Έξτρα πακέτο στήριξης το 2023 – Τι προβλέπεται για τα αναδρομικά των συνταξιούχων και το τέλος επιτηδεύματος

Η πορεία των τιμών των καυσίμων για το κρίσιμο πρώτο τρίμηνο του χρόνου θα κρίνει αν ο… κουμπαράς -που θα γεμίσει η υψηλότερη του αναμενομένου ανάπτυξη της οικονομίας- θα δώσει το περιθώριο για νέα, ίσως και μόνιμα μέτρα ελαφρύνσεων για το 2023, το είδος και την έκταση των οποίων θα κρίνουν οι εξελίξεις.

Στο υπόλοιπο του 2022, εκτός από τα μέτρα τα οποία έχει ήδη ανακοινώσει ο πρωθυπουργός από τη Θεσσαλονίκη, το οικονομικό επιτελείο σχεδιάζει να επαναφέρει την επιδότηση του πετρελαίου κίνησης στην αντλία, η τιμή του οποίου έχει ξεπεράσει την τιμή της αμόλυβδης.

Με δεδομένο ότι το πετρέλαιο κίνησης επηρεάζει το σύνολο των εμπορευματικών μεταφορών και διατηρεί τον πληθωρισμό σε υψηλά επίπεδα υπάρχει έντονη πίεση για την επαναφορά της επιδότησης έστω και αν αυτή χρειαστεί να είναι πάνω από 15 λεπτά το λίτρο, όπως ίσχυε μέχρι και το τέλος Σεπτεμβρίου.

Τις τελευταίες ημέρες υπάρχουν κάποια πρώτα χαμόγελα από το υπ. Οικονομικών για μεγάλη υποχώρηση των τιμών του φυσικού αερίου από τα 185 ευρώ τη μεγαβατώρα την περασμένη εβδομάδα στα 113 ευρώ. Αυτόματα η τιμή του αερίου θα μειώσει και την τιμή χονδρικής για το ηλεκτρικό ρεύμα. Ηδη η τιμή χονδρικής για τη μεγαβατώρα έχει υποχωρήσει από τα 400-450 ευρώ στα 200 ευρώ τη μεγαβατώρα, με τάση πτωτική

Πρακτικά, αυτό σημαίνει ότι οι σημαντικά χαμηλότερες επιδοτήσεις για φυσικό αέριο και ηλεκτρικό ρεύμα δεν αναμένεται να ξεπεράσουν τα 200 εκατ. ευρώ για τον Οκτώβριο και θα μπορούν να καλυφθούν από τα έσοδα του ταμείου ενεργειακής μετάβασης χωρίς να χρειάζεται να συνδράμει και ο προϋπολογισμός.

Από την άλλη βέβαια όλοι αναγνωρίζουν ότι οι τιμές έχουν ξαναπέσει κατά διαστήματα για να αυξηθούν αμέσως μετά αλλάζοντας και πάλι προς το χειρότερο τα δεδομένα. Σε κάθε περίπτωση η αβεβαιότητα μέχρι και το τέλος του πρώτου τριμήνου του επόμενου χρόνου θα είναι πολύ μεγάλη: Η ζήτηση για καύσιμα θα αυξηθεί, ειδικά για τις βόρειες χώρες, η ενεργειακή επάρκεια θα εξαρτηθεί από εναλλακτικούς προμηθευτές, που δεν έχουν δοκιμαστεί σε χειμερινές συνθήκες, και οι τιμές για φυσικό αέριο και πετρέλαιο αναμένεται να βρεθούν ξανά σε υψηλότερα επίπεδα.

Στο προσχέδιο του προϋπολογισμού που εστάλη στις Βρυξέλλες στα μέσα του μήνα, το υπ. Οικονομικών προβλέπει μια χαμηλή ανάπτυξη για το πρώτο τρίμηνο, η οποία όμως θα επιταχύνει τα επόμενα τρία τρίμηνα φτάνοντας στο 2,1% ή ίσως υψηλότερα, με δεδομένο ότι η ΤτΕ προβλέπει για του χρόνου ανάπτυξη 2,8%.

Αν οι τιμές των καυσίμων παραμείνουν κοντά στα σημερινά επίπεδα, μπορεί τόσο οι μακροοικονομικές όσο και οι δημοσιονομικές προβλέψεις του προσχεδίου του προϋπολογισμού να αποδειχθούν εξαιρετικά συντηρητικές.

Αυτό σημαίνει ότι εκτός από τον ρυθμό ανάπτυξης για φέτος, o οποίoς θα φτάσει ή και θα ξεπεράσει το 6%, είναι πιθανό, με βάση τις σημερινές τιμές των καυσίμων, να έχουμε και χαμηλότερο πρωτογενές έλλειμμα. Ειδικότερα, μπορεί να έχουμε πρωτογενές έλλειμμα κατά τι χαμηλότερο από το 1,7% που έχει περιληφθεί ως πρόβλεψη στο προσχέδιο του προϋπολογισμού. Αυτό θα δίνει μεγαλύτερη ευκολία στην επίτευξη του δημοσιονομικού στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα 0,7% του ΑΕΠ το 2023.

Την ίδια ώρα η καλύτερη του αναμενόμενου επίδοση της οικονομίας για το 2022 θα αφήσει στα δημόσια ταμεία ποσό 2-2,5 δισ. ευρώ, που αντιστοιχεί σε 1-1,2% του ΑΕΠ, ως επιπλέον δημοσιονομικό χώρο που θα μπορεί να διατεθεί για νέες παρεμβάσεις.

Ταμειακά ο χώρος αυτός θα υποστηριχθεί και από ένα ποσό ύψους περίπου 1 δισ. ευρώ από την πρόωρη εξόφληση περίπου 800 εκατ. ευρώ απ’ τις επιστρεπτέες προκαταβολές και 200 εκατ. ευρώ από τη μεγαλύτερη εισπραξιμότητα τακτικών φόρων. Μέρος από αυτό είναι δεδομένο ότι θα διατηρηθεί ως αποθεματικό για την αντιμετώπιση έκτακτων αναγκών που μπορεί να προκύψουν από την ενεργειακή κρίση η οποία ενδέχεται να κορυφωθεί τους πρώτους μήνες του 2023. Επίσης, θα υπάρξει πρόβλεψη και για ένα μαξιλάρι ασφαλείας για τη διασφάλιση των δημοσιονομικών στόχων του επόμενου χρόνου.

ΤΡΙΑ ΜΕΤΡΑ ΣΤΟ ΤΡΑΠΕΖΙ

Με ένα υπόλοιπο που θα κυμανθεί από 1 έως και 1,5 δισ. ευρώ το υπ. Οικονομικών θα πρέπει να κλείσει εκκρεμότητες και να υλοποιήσει έστω και κατά ένα μέρος μέτρα τα οποία είχαν πέσει στο τραπέζι πριν από τη ΔΕΘ αλλά αναβλήθηκαν λόγω της κρίσης και των αναγκών που προέκυψαν από την ενεργειακή κρίση.

1 Το πρώτο είναι να βρεθεί μια οριστική λύση για το κλείσιμο της εκκρεμότητας με τα αναδρομικά των συντάξεων που αφορούν στις περικοπές του 2012 σε επικουρικές, επιδόματα Χριστουγέννων και Πάσχα και επίδομα άδειας. Το θέμα ανακινήθηκε πρόσφατα και από τους εκπροσώπους των θεσμών που βρέθηκαν στην Αθήνα για την πρώτη αξιολόγηση μετά το τέλος της ενισχυμένης εποπτείας. Τούτο με δεδομένο ότι η υπόθεση είναι μια δημοσιονομική βόμβα αφού η κάλυψη των απαιτήσεων της απόφασης του ΣτΕ απαιτεί δαπάνη 2,5 δισ. ευρώ που είναι πολύ δύσκολο, αν όχι αδύνατο, να βρεθεί με τις σημερινές δημοσιονομικές συνθήκες. Οι ελληνικές αρχές τόνισαν ότι αναζητείται μια ισορροπημένη λύση, ανάλογη με αυτή που είχαμε και για τις κύριες συντάξεις, ώστε να κλείσει οριστικά το θέμα. Αν τελικά πληρωθούν μόνο οι περίπου 200.000 οι οποίοι είχαν προσφύγει στα δικαστήρια, θα πρέπει να υπολογίζεται κόστος κατ’ ελάχιστον 600 εκατ. ευρώ. Το μέτρο είναι έκτακτο και θα λύσει οριστικά μια εκκρεμότητα πολλών ετών που απειλεί τη δημοσιονομική σταθερότητα. Συνεπώς, οι Βρυξέλλες δεν θα έχουν αντίρρηση, αν βέβαια μπορεί να επιβεβαιωθεί και ο αντίστοιχος δημοσιονομικός χώρος.

2 Το δεύτερο, πιο σίγουρο μέτρο είναι η νέα παράταση εφαρμογής των χαμηλών συντελεστών ΦΠΑ που ισχύουν από τα μέσα του 2020 για εστίαση, τουρισμό, μεταφορές, θέατρα, κινηματογράφους και από το 2021 για τα γυμναστήρια και τις σχολές χορού. Το μέτρο έχει κόστος περίπου 280 εκατ. ευρώ και η ισχύς του είναι με βάση και τις εξαγγελίες της Θεσσαλονίκης μέχρι και τον Ιούλιο του 2023. Επειδή είναι σχεδόν αδύνατο να επανέλθουν οι κανονικοί συντελεστές ΦΠΑ μέσα στην επόμενη τουριστική σεζόν, η οποία αναμένεται να έχει και τις επιπτώσεις της διεθνούς επιβράδυνσης, είναι βέβαιο ότι θα παραταθεί τουλάχιστον μέχρι και το τέλος του επόμενου χρόνου. Το μέτρο υποστηρίζεται από το υπ. Οικονομικών αφού αφορά σημαντικούς κλάδους της οικονομίας οι οποίοι πλήττονται σήμερα από τον υψηλό πληθωρισμό και την ενεργειακή κρίση.

3 Από εκεί και πέρα οι αποφάσεις βρίσκονται στον πρωθυπουργό αν θα προχωρήσει άλλη μια παρέμβαση εν όψει εκλογών με στόχο την ενίσχυση του εισοδήματος κυρίως των ελεύθερων επαγγελματιών και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Σημείο αναφοράς θα είναι το τέλος επιτηδεύματος που ξεκινά από 650 ευρώ για ελεύθερους επαγγελματίες και φτάνει τα 1.000 ευρώ για επιχειρήσεις το οποίο αποτελεί ένα υπόλοιπο της υπερφορολόγησης που επέβαλαν τα μνημόνια. Ενας μη αναλογικός φόρος που επιβλήθηκε για να εισπραχθούν περίπου 650 εκατ. ευρώ κάθε χρόνο. Αν αποφασιστεί μια τέτοια παρέμβαση, είναι πιθανό η κατάργηση να γίνει σε δύο δόσεις, η μια το 2023 και μια δεύτερη το 2024 ώστε να είναι ηπιότερη και η δημοσιονομική επίπτωση ειδικά για τον επόμενο χρόνο, όταν ακόμη η ενεργειακή κρίση και ο υψηλός πληθωρισμός θα δηλώνουν ακόμη «παρών».

Αξίζει να σημειωθεί ότι το συγκεκριμένο μέτρο είναι το μόνο το οποίο έχει επισημάνει και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην τελευταία έκθεση με βάση το ευρωπαϊκό εξάμηνο, σημειώνοντας ότι αποτελεί ένα μέτρο με σταθερή απόδοση αλλά πλήττει τη ρευστότητα των επιχειρήσεων και θα πρέπει να σχεδιαστεί η κατάργησή του.

ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑ

Στο 20% ο φόρος επιχειρήσεων

Ολα τα παραπάνω μέτρα είχαν προταθεί και τον Σεπτέμβριο αλλά απορρίφθηκαν αφού τότε οι τιμές των καυσίμων ήταν ψηλά και το κόστος για την κάλυψη έκτακτών μέτρων ήταν άγνωστο.

Αν τα καύσιμα δείξουν τάση σταθεροποίησης σε υψηλά επίπεδα και το επόμενο διάστημα, το δημοσιονομικό περιθώριο θα μεγαλώσει αλλά μάλλον το επιπλέον θα διατηρηθεί για να διασφαλίσει αν όχι να αυξήσει τους δημοσιονομικούς στόχους του επόμενου χρόνου. Αυτό με δεδομένο ότι παραμένει ως εθνικός στόχος η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας μέσα στο δεύτερο εξάμηνο του 2023.

Με την επίσημη πιστοποίηση της επενδυσιμότητας των ελληνικών ομολόγων και της μείωσης του κόστους δανεισμού θα είναι πιο εύκολη η ανακοίνωση και νέων μέτρων μέσα στο 2023 αλλά με ορίζοντα εφαρμογής από το 2024 και μετά. Προτεραιότητα θα είναι η μείωση των συντελεστών φορολογίας για τις επιχειρήσεις από το 22% στο 20%.

Μπορεί επίσης να σας αρέσει

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας. Θα υποθέσουμε ότι είστε εντάξει με αυτό, αλλά μπορείτε να εξαιρεθείτε εάν το επιθυμείτε ΑΠΟΔΟΧΗ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

ΟΡΟΙ ΧΡΗΣΗΣ